Τρίτη, Ιουνίου 27, 2006

Οι τρεις Κοντοί

Στα χρονικά της ανθρωπότητας έχουν υπάρξει πολλά διάσημα ζευγάρια και ομάδες. Καμία όμως δεν είχε το όνομα του τίτλου, «οι τρεις κοντοί». Στο άκουσμα και μόνο μπορεί να γελάσεις αλλά δεν είναι καθόλου για γέλια. Στη θέα τους θα γελάσεις σίγουρα αλλά άμα τους παρατηρήσεις στο πρόσωπο θα σου κοπούν τα γέλια και θα σοβαρέψεις απότομα.

Εγώ δεν τους ήξερα ώσπου τους είδα τις προάλλες μπροστά μου. Σηκώθηκαν από το τραπέζι και μόνο τότε τους παρατήρησα. Είχαν όλοι σχεδόν το ίδιο ύψος. Ο πρώτος είχε περιφερειακά μαλλί φουντωτό και στη μέση καράφλα. Το μαλλί ήταν τόσο φουντωτό και σε συνδυασμό με τα περίεργα γυαλιά του τον καθιστούσαν την πιο ενδιαφέρουσα μορφή από τους τρεις. Ο 2ος κοντός είχε γκρι μαλλί και πολύ σκληρά χαρακτηριστικά. Ο 3ος είχε μια αστεία φάτσα που ήταν οριακά να θεωρηθεί παρανοϊκή και περπατούσε με ένα περίεργο βηματισμό σέρνοντας ουσιαστικά το δεξί του πόδι πίσω από το άλλο.

Και με το που τους είδα με μαγνήτισαν και αφού τους χάζεψα να ξεμακραίνουν έπιασα τον κουτσομπόλη ταβερνιάρη και μαζί με το λογαριασμό τον ρώτησα για την κοντή τριάδα.

Ο ταβερνιάρης στο άκουσμα της ερώτησης πήρε μια περίεργη φάτσα. Με κοίταξε καχύποπτα και με ύφος που δεν σήκωνε πολλά μου είπε:

-αμα θες να μάθεις για αυτούς δεν έχεις παρά να τους ακολουθήσεις...

-ε, καλά δεν καίγομαι και τόσο....

-καίγεσαι.....καίγεσαι και το ξέρεις....αλλιώς δεν θα με ρώταγες εμένα που ούτε καν με ξέρεις..

-καίγομαι ρε πούστη μου.......αλήθεια λες.....τι χρωστάω?

-δώσε 10 και φύγε τρέχοντας να τους προλάβεις. Και να μην τους μιλήσεις μέχρι να σου μιλήσουν αυτοί. Απλά ακολούθησε τους. Σαν να μην υπάρχεις......άμα σου βαστάει δηλαδή...

-έλα μωρέ, τι «άμα μου βαστάει» σιγά τώρα, τρεις κοντοί είναι. Τι θα μου κάνουν.

Στο σημείο αυτό τα διπλανά τραπέζια σταμάτησαν να μιλάνε και γύρισαν και με κοίταξαν με διάφορα βλέμματα. Το κλίμα δεν με σήκωνε και έτσι πλήρωσα και έφυγα ανοίγοντας βήμα ταχύ για να προλάβω την μικρή ομάδα.

Επιτέλους είχα βρει μια καινούρια περιπέτεια. Τις καταλαβαίνω εγώ τις περιπέτειες. Τις μυρίζομαι. Και όποτε ξεχνιέμαι λίγο τότε είναι που βρίσκομαι μπλεγμένος σε μια. Έτσι και τώρα ακολουθούσα τις 3 φιγούρες σαν υπνωτισμένος.

Τα σενάρια έδιναν και έπαιρναν στο μυαλό μου. Μήπως είναι εξωγήινοι? Μπα πολύ Hollywood θα ήταν κάτι τέτοιο. Δεν μπορεί όμως, κάτι μυστήριο θα έχουν. Κάτι θα κρύβεται πίσω από αυτά μικροσκοπικά πλάσματα.

Όσο περνούσε η ώρα τόσο απομακρυνόμασταν από την ταβέρνα. Στην αρχή χαιρόμουνα που πήρα την απόφαση και κάθισα σε εκείνη την ταβέρνα με τις τεράστιες λεύκες και το μικρό εκκλησάκι δίπλα. Καθώς όμως απομακρυνόμουνα είχα αρχίσει να νιώθω άβολα. Δεν φοβόμουνα ακριβώς αλλά ένιωθα την αδρεναλίνη μου να ανεβαίνει.

Ύστερα από λίγο πλησιάζαμε τη θάλασσα. Δεν θυμάμαι πόση ώρα περπατούσαμε. Θυμάμαι μόνο ότι κλωτσούσα πέτρες και σφύριζα εύθυμους σκοπούς για να ξεχαστώ και να μην φοβάμαι.

Στη θάλασσα το μικρό κομβόι σταματάει. Τους έχω πλησιάσει πια αρκετά. Είμαι στα 10 μέτρα. Αυτοί με έχουν δει αλλά δεν μου δίνουν σημασία. Ο ένας τραβάει μια βάρκα από το σκοινί. Η βάρκα πλησιάζει στη στεριά και αρχίζουν να μπαίνουν ένας ένας σταδιακά. Αυτό ήταν σκέφτομαι. Πάει τελείωσε έτσι άδοξα η περιπέτεια μου. Εδώ οι δρόμοι μας χωρίζουν.

Και εκεί που κάθομαι απογοητευμένος και τα σκέφτομαι όλα αυτά τους βλέπω να με κοιτάνε και οι τρεις επίμονα.

-θα έρθεις??

-ναι, ναι...έρχομαι

και με ένα σάλτο βρίσκομαι και εγώ στη βάρκα τους.

Ο κοντός με τον περίεργο βηματισμό βάζει μπροστά τη μηχανή ενώ ο κοντός με το περίεργο μαλλί (που κάνει το κεφάλι του να μοιάζει με δορυφόρο) έχει κάτσει στην πλώρη και κοιτάζει μπροστά. Ο κοντός με τη σκληρή φάτσα κάθεται στη μέση δίπλα μου και με κοιτάζει όπως αρχίζουμε να πλέουμε.

Νιώθω αμήχανα. Πολύ αμήχανα. Κανείς τους δεν μιλάει

-θα αργήσουμε πολύ??

-...................

-άμα είναι να αργήσουμε,......καλύτερα να κατέβω εγώ. Έχω και δουλειά αύριο......

τίποτα. Καμία απάντηση. Καλά σκάω. Δεν μιλάω άλλο. Ας αφεθώ να δω που θα με βγάλει αυτή η ιστορία. Σκέφτομαι ότι το πιο πιθανό είναι να με σφάξουν στο γόνατο και να με κάνουν τροφή για τα ψάρια. Όσο περνάει η ώρα σκέφτομαι ότι μπορεί να μεταμορφωθούν σε μικρά τέρατα με τεράστια κοφτερά δόντια και να με ξεσκίσουν. Αλλά τίποτα από αυτά δεν συνέβη. Απλά ξεμακραίναμε από την ακτή και χανόμασταν στα σκοτάδια της θάλασσας.

Λίγη ώρα αργότερα ο δορυφόρος κοντός γυρνάει προς το μέρος μου και μου λεει με ήρεμο ύφος:

-Μην φοβάσαι graoutso

-Που ξέρεις το όνομα μου???????

-Είναι δυνατόν να μην ξέρω τον άνθρωπο Βολίδα?

-Ναι....η αλήθεια είναι ότι ήμουνα διάσημος.....αλλά αυτό είναι πολλά χρόνια πριν. Που με θυμήθηκες!!!!!!

-δεν έχει σημασία αυτό.......τι θες να μάθεις graoutso? Γιατί μας ακολούθησες?

-.......δεν....εγώ δεν.......ο ταβερνιάρης μου είπε να σας ακολουθήσω......αλήθεια που πάμε τώρα?

-σε ένα νησί πάμε. Ένα μικρό νησάκι εδώ δίπλα. Όχι πολύ μακριά.

-μήπως είστε πειρατές?? Είχα δει μικρός το goonies και πολύ θα μου άρεσε να κάναμε κάτι τέτοιο.....

-χαχαχαχα όχι graoutso. Δεν είμαστε πειρατές.

-κάτι περίεργο όμως γίνεται ε??? Κάτι κανονίζετε, να, τώρα μου ήρθε στο μυαλό μου ο Βαρώνος Μυνχάουζεν που είχα δει μικρός. Μήπως είστε κάτι τέτοιο??

-όχι ούτε κάτι τέτοιο είμαστε, ούτε με την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων έχουμε σχέση ούτε με τη χιονάτη, ούτε με τον Mickey Mouse.

-χμμ....καλύτερα. δεν θα μου άρεσε τίποτα από τα παραπάνω......αργούμε να φτάσουμε στο νησί???

- σε λίγο....σε λίγο. Μην είσαι ανυπόμονος.

Λίγη ώρα αργότερα φτάναμε σε ένα μικρό όρμο. Ενα μικροσκοπικό λιμανάκι με μια πολύ μικρή είσοδο που όταν την περνούσες εμφανιζόταν ένας μεγαλύτερος κόλπος.

Αφού δέσαμε σε μια ξύλινη προβλήτα κατεβήκαμε όλοι από τη βάρκα και αρχίσαμε να περπατάμε προς τα πάνω. Γύρω υπήρχαν ελιές, πεύκα και δάφνες. Μου φάνηκε πολύ περίεργος ο συνδυασμός αυτός αλλά δεν σχολίασα και συνέχισα να περπατάω. Πιο ψηλά ξεπρόβαλε ένας φάρος.

Περπατούσαμε ώρα αλλά δεν πλησιάζαμε το φάρο. Άρχισα να κουράζομαι.

-τόση ώρα περπατάμε και όλο στο ίδιο σημείο σημείο νιώθω ότι είμαστε.....

-δεν είναι εύκολο graoutso να φτάσεις εκεί πάνω. Πρέπει να προσπαθήσεις πολύ. Ειδικά εσύ.....

-και γιατί ειδικά εγώ???? Άλλοι δηλαδή φτάνουν πιο γρήγορα???

-κάποιοι με το που πατάνε το πόδι τους στο λιμάνι ρίχνουν ένα πήδο και βρίσκονται αμέσως στο φάρο.....εσύ όμως όχι.

-δηλαδή εγώ είμαι κορόιδο? Τι είμαι? Ανίκανος????

-εσύ είσαι αλλιώς......και δεν είσαι ο μόνος.....είναι και άλλοι σαν και σένα.

Πρέπει να έχουν περάσει ώρες και η συντροφιά μας έχει πλησιάσει ελάχιστα στο φάρο. Νιώθω σχεδόν εξαντλημένος. Σκέφτομαι να τα παρατήσω. Νομίζω ότι δεν έχει νόημα να προσπαθώ άλλο. Άσε που δεν ξέρω αν θέλω όντως να φτάσω στο φάρο. Στην αρχή ήθελα. Τώρα δεν είμαι σίγουρος. Κάθομαι για λίγο κάτω.

Ο αστείος κοντός έρχεται δίπλα μου. Αρχίζει να μιλάει ακατάπαυστα και να λεει διάφορα. Μιλάει γρήγορα και για πολύ ώρα. Κάποια από αυτά που λεει με κάνουν και γελάω. Άλλα είναι απλά χαζά και αδιάφορα. Του απαντάω και εγώ με πειράγματα και ατάκες.

Πιο δίπλα ο κοντός με την σκληρή φάτσα μας κοιτάζει βλοσυρά και κουνάει το κεφάλι του σχεδόν απαξιωτικά. Το βλέμμα του κουβαλάει μια απέχθεια και σχεδόν με εκνευρίζει.

-γιατί κοιτάς έτσι?? Τι διάολο θες?

-δεν θες να φτάσεις στο φάρο....αυτό σκέφτομαι. Αντί να προσπαθείς να ανέβεις κάθεσαι και χασομεράς με τον άλλο λέγοντας βλακείες.

-όντως μπορεί και να μην θέλω να φτάσω, τόση ώρα προσπαθώ και δεν τα καταφέρνω. Άσε που τώρα που κάθομαι και γελάω περνάω πολύ καλύτερα από το να περπατούσα μέχρι εκεί πάνω.

Τότε πετάγεται ο δορυφόρος κοντός και μας διακόπτει.

-ηρεμήστε και οι δύο......Graoutso, το ξέρω ότι είναι δύσκολο να φτάσεις εκεί πάνω αλλά πρέπει να προσπαθήσεις.

-μα γιατί? Δεν είμαι καθόλου περίεργος να δω τι έχει εκεί πάνω. Ένα φάρο βλέπω μόνο. Άλλωστε τι το τόσο ενδιαφέρον μπορεί να έχει εκεί πάνω? Μπορείτε να ανεβείτε εσείς και εγώ θα σας περιμένω...

-χωρίς εσένα δεν μπορούμε να ανεβούμε graoutso.Δεν έχει νόημα.....έλα σήκω. Δεν είναι μακριά θα δεις. Και όταν φτάσουμε πρέπει να είσαι δυνατός. Θα δεις διάφορα εκεί.......

τα λόγια του ακούστηκαν κάπως στο μυαλό μου. Με υπέβαλαν. Σηκώθηκα με αργές κινήσεις και άρχισα να περπατάω. Τα πόδια μου ήταν βαριά αλλά δεν σταματούσα να περπατάω. Και ύστερα από λίγο έβλεπα τον φάρο να έρχεται όλο και πιο κοντά.

Ο φάρος ήταν σχεδόν ερειπωμένος. Είχε διάφορα μικρά χαλάσματα απ’όπου όμως έβγαινε ένα δυνατό φως.

Είχαμε φτάσει πια απέξω. Είμαι κατάκοπος. Οι τρεις κοντοί σιγοστέκονται απέναντι μου σαν να μου δείχνουν τον δρόμο προς την πόρτα. Έχω καταλάβει ότι θα μπω μόνος μου στο φάρο. Ξανακοιτάζω τους τρεις κοντούς. Είναι περίεργο αλλά έχω ένα αίσθημα οικειότητας απέναντι τους. Μου θυμίζουν κάτι γνώριμο. Κάτι τόσο κοντινό που όμως αδυνατώ να ορίσω.

Προχωράω προς την πόρτα. Την σπρώχνω άψυχα και αυτή δεν ανοίγει. Κοιτάζω το δορυφόρο.

-ξαναπροσπάθησε graoutso….δείξε θάρρος....πρέπει να μπεις εκεί μέσα. Πρέπει να τα αντιμετωπίσεις αυτά που θα δεις.

Ξαναγυρνάω προς την πόρτα και παίρνω μια βαθιά ανάσα. Απλώνω το χέρι στην πόρτα σφίγγω τα δόντια, κλείνω τα μάτια και βάζω όλη μου την δύναμη.

Η πόρτα ανοίγει και ξαφνικά νιώθω να με ρουφάει κάτι προς τα μέσα. Ανοίγω τα μάτια και σχεδόν τυφλώνομαι από το φως. Αιωρούμαι και τα πάντα γύρω μου τρέχουν σαν τρελά. Εικόνες, μορφές, αντικείμενα. Τα βλέπω όλα. Όλη μου τη ζωή να τρέχει άναρχα με ιλιγγιώδεις ταχύτητες. Δεν τολμάω να κουνηθώ. Ζαλίζομαι αλλά δεν κλείνω τα μάτια. Έχω χάσει την αίσθηση του χρόνου. Απλά παρατηρώ ότι προλαβαίνω να δω. Αναμνήσεις ξεχασμένες περνάνε η μια μετά την άλλη. Σαν να με κοροιδεύουν, σαν να προσπαθούν να με εκδικηθούν που τις ξέχασα. Δεν προλαβαίνουν όμως να το κάνουν. Εξοστρακίζονται από άλλες αναμνήσεις και αυτές με τη σειρά τους από άλλες. Όμορφες άσχημες, δεν έχει σημασία. Το κοινό τους σημείο είναι ότι έχουν ξεχαστεί. Παλεύουν να βρουν υπόσταση και να σταθούν όσο το δυνατόν περισσότερο μπροστά μου. Να ξεφύγουν από το άπειρο και να εδραιωθούν. Κάποιες θα τα καταφέρουν και κάποιες όχι.

Έχω εξαντληθεί. Κλείνω τα μάτια και όλα τελειώνουν. Το φως σβήνει. θολούρα πάλι..............

Τελικά είναι αλήθεια. Ξεχνάω εύκολα και θυμάμαι δύσκολα. Και δεν με ενοχλεί σχεδόν καθόλου αυτό. Και όσο δεν υπάρχει φάρος τόσο δεν υπάρχει πρόβλημα. Και οι κοντοί θα υπάρχουν πάντα να σου τα θυμίζουν όλα αυτά όταν εσύ και εγώ τα ξεχνάμε.

Εις μνήμην της μνήμης

Δεν υπάρχουν σχόλια: